«Και του είπε ο άγγελος· μη φοβάσαι Ζαχαρία, γιατί ο Θεός δέχτηκε την
προσευχή σου» (Λουκ. 1,13). Αμέσως με τη διαβεβαίωση αυτή του έδιωξε
το φόβο, όπως ακριβώς συμβαίνει με κάθε αγγελική οπτασία. Μετά δηλαδή
από το φόβο που προκαλεί η εμφάνιση του αγγέλου, αφαιρείται από τον
άνθρωπο η δειλία. Ενώ γίνεται ακριβώς το αντίθετο όταν εμφανίζεται ο
δαίμονας.
Δηλαδή στην αρχή ο άνθρωπος που τον δέχεται είναι χαρούμενος και θαρραλέος, μετά όμως από λίγο γεμίζει ταραχή και φόβο.
«Μη φοβάσαι, είπε, Ζαχαρία, γιατί ο Θεός δέχτηκε την προσευχή σου και η γυναίκα σου η Ελισάβετ θα φέρει στον κόσμο ένα γιο» (Λουκ. 1,18).
Ω αξιοεπιθύμητο και θεόσδοτο παράγγελμα, σύμφωνο με τη βαθιά επιθυμία τους! Ω αγγελοφερμένη υπόσχεση, που είσαι καρπός τόσων επίμονων προσευχών! Κατάφερε ο Ζαχαρίας να κερδίσει εκείνο που η ψυχή του επιθυμούσε! Πέτυχε εκείνο για το οποίο παρακαλούσε με τόση θέρμη! Βρήκε εκείνο που ζητούσε. Βρήκε, όχι από φυσική συνάφεια αλλά από καρποφόρα προσευχή το ξανάνιωμα της άγονης μήτρας και την ικανοποίηση της λαχτάρας της να κάνει παιδί. Διότι η στείρωση της δεν ήταν βέβαια επιτίμιο και κατάρα του Θεού — μην πάει εκεί το μυαλό σας — αλλά ήταν προφητικό εξάγγελμα μεγάλου μυστηρίου.
Έχω την εντύπωση ότι, παρόλο που ο Ζαχαρίας είχε παραδοθεί σε πολλή προσευχή και παρακαλούσε το Θεό να λύσει τη στείρωση της Ελισάβετ, δεν εισακούστηκε αμέσως από το Θεό, γιατί δεν ήταν ακόμα ο κατάλληλος καιρός. Δεν είχε φτάσει ακόμα η εποχή που ο Χριστός θα σαρκωνόταν. Τότε μόνον να ελπίζεις ότι θα αποκτήσεις παιδί, Ζαχαρία, όταν έρθει στη γη Αυτός που χρόνια προσδοκούν και περιμένουνε τα έθνη. Τότε να περιμένεις πως η Ελισάβετ θα πάψει να είναι στείρα, όταν έρθει Αυτός που είναι η ελπίδα της οικουμένης. Επειδή όμως ήρθε πια αυτή η ώρα, δέξου με την προαγγελία του αρχάγγελου Γαβριήλ της καρδιάς σου το ποθούμενο. Σαν άλλος αετός ξαναπάρε το νεανικό σου σφρίγος (Ψαλμ. 102,5). «Γνώρισε, είπε ο άγγελος, τη σύζυγό σου. Γιατί έγινε δεκτή η προσευχή σου και η γυναίκα σου Ελισάβετ, θα σου γεννήσει ένα γιο και θα του δώσεις το όνομα Ιωάννης». Φανέρωσε έτσι ο άγγελος και το όνομα που θα ‘παίρνε το παιδί, όνομα που και από την ίδια την ετυμολογία του φανερώνει ότι το παιδί θα ήταν ουρανόσταλτο. (Το όνομα Ιωάννης στην Εβραϊκή σημαίνει «δώρον Θεού»)
Είπε δε ο Ζαχαρίας στον άγγελο- γιατί μιλάει με τον άγγελο με θάρρος σαν ίσος προς ίσο. «Πώς θα βεβαιωθώ γι’ αυτό, αφού εγώ είμαι γέροντας και η γυναίκα μου προχωρημένη στην ηλικία;» (Λουκ. 1,18). Η απόδειξη που χωρίς ιδιαίτερη σκέψη ζήτησε, για τον τρόπο που θα γινόταν πατέρας, του προσάπτει ως ιερέα το αμάρτημα της απιστίας. Αυτή η ερώτηση όμως δεν προέρχεται από την απιστία, αλλά από την ανάγκη εξακριβώσεως της αλήθειας. Έπαθε έτσι και ο Ζαχαρίας το ίδιο με τον Απόστολο Θωμά. Γιατί δεν ήταν δικαιολογημένο, προφήτης αυτός και γνώστης των θείων πραγμάτων, να αγνοεί ότι ο Θεός μπορεί να ανακαινίσει τη φύση, να ξανανιώσει τα γηρατειά, να βγάλει από το αδιέξοδο τον άνθρωπο, να βρει λύσεις στα προβλήματα, όπως άλλωστε συνέβη με τον Αβραάμ και τη Σάρρα, με τη Σωμανίτιδα και με τόσες και τόσες άλλες ανάλογες περιπτώσεις, που έδειξε τη θαυματουργική Του δύναμη. Αλλ’ όμως επειδή οι χαρούμενες αγγελίες, που μηνύουν την πραγματοποίηση των μεγάλων και ασυνήθιστων προσδοκιών της ψυχής, όταν ακουστούν απροσδόκητα και ξαφνικά φέρνουν συνήθως ταραχή, γι’ αυτό και τώρα ο Ζαχαρίας, επειδή ταράχτηκε, τηρεί επιφυλαχτική στάση. Και αυτό νομίζω ότι το κάνει όχι εξαιτίας της απιστίας του, αλλά γιατί βιάζεται να φτάσει στην αναμφισβήτητη και αδιάσειστη βεβαιότητα. Και αμέσως σαν να κυριεύτηκε από αφόρητη χαρά, φωνάζει προς τον άγγελο και λέει: «Πώς θα βεβαιωθώ γι’ αυτό που μου λες»; Μήπως παραλογίζεσαι; Μη και δεν βγουν αληθινά αυτά που μου αναγγέλλεις; Δος μου επίσημη διαβεβαίωση, δος μου χειροπιαστή απόδειξη, όπως παλιότερα έδωσε ο Θεός στον Αβραάμ το σημείο της περιτομής, βεβαιώνοντας τον έτσι ότι θα γίνει πατέρας πολλών εθνών και ότι θα γεννηθούν απ’ τη γενιά του πολλοί βασιλείς. Και όπως διαβεβαίωσε πριν απ’ αυτόν το Νώε με το σημείο του ουράνιου τόξου, ότι δηλαδή δεν θα καταστρέψει με κατακλυσμό τη γη. Ακόμα όπως έκανε τη ράβδο του Μωυσή νά πάρει μορφή φιδιού και να ξαναγίνει αμέσως πάλι ραβδί, για να πιστέψουν μ’ αυτόν τον τρόπο οι Αιγύπτιοι ότι του φανερώθηκε ο Θεός.
Και αποκρίθηκε ο άγγελος και του είπε: Να το σημείο που ζητάς: Θα χάσεις τη λαλιά σου και δεν θα μπορείς πια να βγάλεις λέξη, γιατί δεν πίστεψες στα λόγια μου – εννοείται βέβαια γιατί δεν πίστεψε απλά και ανεξέταστα – που θα εκπληρωθούν όταν φτάσει ο κατάλληλος καιρός. Πήρε λοιπόν την κατάλληλη για την περίσταση απόδειξη, που ζητούσε ο Ζαχαρίας, δηλαδή τη σιγή της φωνής του, μιας φωνής που κάποτε θα σταματούσε για πάντα μπροστά στη ζωντανή και σαρκωμένη φωνή, τον Πρόδρομο που θα γεννιόταν απ’ αυτόν. Και ενώ έμεινε με κλειστό στόμα συνέχισε να υμνεί, με μυστική πια φωνή το Δωρητή του παιδιού, που έμελλε να γεννηθεί. Όταν βγήκε, λέει ο ιερός ευαγγελιστής, από το ιερό του Ναού, «δεν μπορούσε πια να μιλήσει. Και απ’ αυτό κατάλαβαν οι άλλοι ότι είχε δει κάποιο όραμα στό ιερό, ενώ ο ίδιος προσπαθούσε να εξηγήσει με νοήματα και παρέμενε βουβός» (Λουκ. 1,22). Και έμεινε κωφάλαλος, πρώτα-πρώτα για να μη δέχεται ερωτήσεις, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσε να μην πληροφορήσει τους άλλους για το όραμα. Έπειτα δε επειδή κατά κάποιο τρόπο είχε βγει από τις αισθήσεις του και καθώς έμεινε κατάπληκτος και εμβρόντητος από το δράμα που εξακολουθούσε να το ζει τόσο βαθιά μέσα του, δεν μπορούσε να δώσει προσοχή στα κούφια λόγια των άλλων. Η σιωπή λοιπόν δεν είχε κανένα άλλο νόημα, παρά ήταν μονάχα μια προφητεία, που προδήλωνε ότι θα γινόταν πατέρας προφήτη. Και αυτό ήταν ίσως και σημείο του τέλους της λατρείας του Μωσαϊκού Νόμου, αλλά και σημείο της ανατολής της εποχής της Χάρης, που θα άρχιζε με το γεγονός της γεννήσεως του Ιωάννη.
Προσπερνώντας όμως τα άλλα σημεία που σχετίζονται με το θέμα μας -γιατί δεν είναι ούτε της ημέρας, ούτε της δυνατότητας μας – ας έρθουμε αμέσως σ’ αυτό που μας ενδιαφέρει άμεσα.
Και συνέβη, όπως λέει ο ιερός ευαγγελιστής, το εξής: «Μόλις άκουσε η Ελισάβετ το χαιρετισμό της Μαρίας, σκίρτησε από χαρά μέσ’ την κοιλιά της το βρέφος» (Λουκ. 1,41).
Ω Ιωάννη, μακαριστό βρέφος, ακοίμητο έμβρυο! Ενώ ακόμα βρισκόσουν στην κοιλιά της μητέρας σου, πώς ένιωσες τι γίνεται στον κόσμο; Ενώ ακόμα δεν είχες τελειωθεί πώς παρουσιάζεσαι υπερτέλειος; Πώς έξι μόλις μηνών έμβρυο, εκφράστηκες σαν σοφός γέροντας; Πώς χωρίς ακόμα να μπορείς να διανοηθείς φάνηκες τόσο συνετός; Πώς μίλησες με τόση ευφράδεια, ενώ ακόμα δεν μπορούσες να αρθρώσεις λέξη; Πες μας, πες μας λοιπόν, πώς ενώ βρισκόσουν ακόμη στη σκοτεινή χώρα των μητρικών σπλάχνων, χωρίς να βλέπεις, χωρίς ν’ ακούς, χωρίς να έχεις αρθρώσει ακόμα μια λέξη, χωρίς να έχεις κάνει ακόμα ούτε ένα βήμα, χωρίς να έχεις ακόμα σκάσει το πρώτο χαριτωμένο παιδικό χαμόγελο, πώς βλέπεις τόσο καθαρά όσα δεν μπορούν να δουν οι άνθρωποι; Πώς έχεις μια τόσο σοφή γνώση; Πώς θεολογείς; Πώς σκιρτάς χαρούμενα; Γιατί χαίρεσαι τόσο πολύ; Απάντησε μας, απάντησε μας, πανθαύμαστέ!
Μεγάλο, λέει, το μυστήριο που συντελείται και δεν μπορεί να το συλλάβει νους ανθρώπινος αυτό που διαδραματίζεται. Αν και είμαι απλός άνθρωπος επιτελώ παράδοξα πράγματα, για να φανερώσω Εκείνον που πρόκειται ως Θεάνθρωπος να υπερβεί τους όρους της φύσης. Βλέπω μολονότι είμαι ακόμα έμβρυο, γιατί αισθάνομαι κοντά μου να κυοφορείται ο ήλιος της δικαιοσύνης. Έχω τη δυνατότητα να ακούω επειδή γνωρίζω πολύ καλά τα πάντα και επειδή γεννιέμαι για να είμαι η φωνή του Λόγου του Θεού. Κράζω με όλη μου τη δύναμη, γιατί νιώθω να σαρκώνεται ο Μονογενής Υιός του Πατρός. Σκιρτάω, γιατί αισθάνομαι να παίρνει ανθρώπινη μορφή ο Ποιητής όλης της κτίσης. Χαίρομαι με όλη μου τη ψυχή, γιατί λογίζομαι ότι σαρκώνεται ο Λυτρωτής του κόσμου. Σας αναγγέλλω την ώρα που ο Θεός έρχεται σαν άνθρωπος στον κόσμο. Τρέχω μπροστά, πριν φτάσει Εκείνος ανάμεσα σας, σαν κορυφαίος του δοξολογικού χορού σας και σαν το Δαυίδ λοιπόν σας παραγγέλλω προφητικά: Αρχίστε το τραγούδι, πάρτε καλόηχο τύμπανο, ψαλτήρι και κιθάρα. Τραγουδήστε, ψάλτε γι’ Αυτόν, υμνείστε όλο του το μεγαλείο που βρίσκεται σε όσα θαυμάσια επιτελεί.
Άρα λοιπόν Ιωάννη, σηκώθηκες πάνω απ’ τα επίγεια και αξιώθηκες να αντικρύσεις τα ουράνια; Ξεπέρασες και αυτές τις αγγελικές δυνάμεις που υπήρχαν πριν από τη δημιουργία του ορατού κόσμου; Πώς λοιπόν τιμήθηκες με το αξίωμα των αγγελικών ταγμάτων, ενώ δεν πλάστηκες άγγελος; Και πώς αγέννητος ακόμα, μας εμήνυσες και μας προανάγγειλες με άμεση θεϊκή έμπνευση εκείνο που και για τους αγγέλους ακόμα ήταν άγνωστο και αδίδακτο;
Δεν προσπάθησα ν’ ανέβω σε φανταστικά ύψη. Ούτε περπάτησα πάνω στα σύννεφα, ούτε ξεπέρασα τους ουρανούς, ούτε ανέβηκα πιο ψηλά από τις τάξεις των φλογερών και ασωμάτων αγγέλων. Κανένας ας μη φανταστεί κάτι τέτοιο. Αλλά μάθετε ότι Αυτός που βρίσκεται πάνω απ’ όλα και μένει στους Πατρικούς κόλπους μαζί με το Άγιο Πνεύμα, χωρίς να χωριστεί από τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα διέφυγε την προσοχή – και αυτών ακόμα των πύρινων λειτουργών του – και εισήλθε στη μήτρα της «αειπαρθένου» Μαρίας, σαν σε άλλο ουρανό. Αυτός λοιπόν, μου φανερώθηκε – και με μύησε σ’ αυτά τα θεϊκά μυστήρια. Είμαι λοιπόν κήρυκας του βρέφους. Διαλαλώ ότι «γεννήθηκε παιδί για χάρη μας και μας δόθηκε σαν δώρο Αυτός που είναι ο προαιώνιος Θεός», όπως λέει και ο μεγάλος προφήτης Ησαΐας (Ησ. 9,6). Γεννήθηκα από μήτρα στείρα, γιατί πρόκειται να γεννηθεί παιδί από μάνα παρθένο. Πόσο υπερφυσικά πράγματα, πόσο παράδοξα θαύματα είναι αυτά, που χαρούμενα μας μηνύει σήμερα το αγέννητο ακόμα βρέφος! Πόσο πρωτοφανή μηνύματα θεολογώντας μας προανάγγειλε ο γιος της Ελισάβετ;
Σκίρτησε από χαρά λοιπόν ολόκληρη η οικουμένη, ψάλλε και ύμνησε Εκκλησία, τα προεόρτια πανηγυρίζοντας, πριν από τη Γέννηση του Χριστού, τα γενέθλια του Ιωάννη. Γέμισε από χαρά ολόκληρη η κτίση, καθώς δέχεσαι το μαντατοφόρο της Σαρκώσεως του βασιλιά των πάντων.
Μακαριστέ Ιωάννη, που είσαι μεγαλύτερος ακόμα και από τους πιο ένδοξους προφήτες, ο πιο επιφανής από τους αποστόλους, ο πιο αξιοτίμητος απ’ όλους τους μεγαλομάρτυρες, ο κοσμημένος με θεία κάλλη αρχηγός των ερημιτών, ο αγαπημένος φίλος του πάγκαλου Νυμφίου, το ετοιμασμένο λυχνάρι όπου λάμπει το φως εκείνο, που με λόγια δεν μπορεί να περιγραφεί, ο έμπιστος κήρυκας του άμωμου Αμνού, ο προσεκτικός ακροατής της πατρικής φωνής, ο φημισμένος Βαπτιστής του Χριστού, ο ατρόμητος έλεγχος της αμαρτίας του Ηρώδη, ο προάγγελος της ζωής για όσους βρίσκονταν στον Άδη, η σάλπιγγα που σημαίνει τα θεϊκά προστάγματα στην οικουμένη, μίλησέ μας και τώρα από τον ουρανό, με τις ιερές πρεσβείες σου και τις ευχές του μακαριστού πνευματικού πατέρα μου και δείξε την ευμένειά σου στο λαό και στο μικρό σου ποίμνιο που σε υμνεί, συγχωρώντας ταυτόχρονα το τολμηρό επιχείρημα ενός φτωχού, που στο προσφέρει όχι σαν δώρο, αλλά σαν ταπεινό χρέος και φόρο που οφείλεται από τιποτένιο δούλο, που προσφέρεται όμως με πόθο ψυχής.
Στον Κύριο Ιησού Χριστό πρέπει η δόξα, η τιμή και η προσκύνηση, καθώς και στον Παντοκράτορα Πατέρα και στο Πανάγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Το θεϊκό Λυχνάρι, Ο Τίμιος Πρόδρομος, Εκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ», Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Καρέας 1984, σ. 39-53).
Δηλαδή στην αρχή ο άνθρωπος που τον δέχεται είναι χαρούμενος και θαρραλέος, μετά όμως από λίγο γεμίζει ταραχή και φόβο.
«Μη φοβάσαι, είπε, Ζαχαρία, γιατί ο Θεός δέχτηκε την προσευχή σου και η γυναίκα σου η Ελισάβετ θα φέρει στον κόσμο ένα γιο» (Λουκ. 1,18).
Ω αξιοεπιθύμητο και θεόσδοτο παράγγελμα, σύμφωνο με τη βαθιά επιθυμία τους! Ω αγγελοφερμένη υπόσχεση, που είσαι καρπός τόσων επίμονων προσευχών! Κατάφερε ο Ζαχαρίας να κερδίσει εκείνο που η ψυχή του επιθυμούσε! Πέτυχε εκείνο για το οποίο παρακαλούσε με τόση θέρμη! Βρήκε εκείνο που ζητούσε. Βρήκε, όχι από φυσική συνάφεια αλλά από καρποφόρα προσευχή το ξανάνιωμα της άγονης μήτρας και την ικανοποίηση της λαχτάρας της να κάνει παιδί. Διότι η στείρωση της δεν ήταν βέβαια επιτίμιο και κατάρα του Θεού — μην πάει εκεί το μυαλό σας — αλλά ήταν προφητικό εξάγγελμα μεγάλου μυστηρίου.
Έχω την εντύπωση ότι, παρόλο που ο Ζαχαρίας είχε παραδοθεί σε πολλή προσευχή και παρακαλούσε το Θεό να λύσει τη στείρωση της Ελισάβετ, δεν εισακούστηκε αμέσως από το Θεό, γιατί δεν ήταν ακόμα ο κατάλληλος καιρός. Δεν είχε φτάσει ακόμα η εποχή που ο Χριστός θα σαρκωνόταν. Τότε μόνον να ελπίζεις ότι θα αποκτήσεις παιδί, Ζαχαρία, όταν έρθει στη γη Αυτός που χρόνια προσδοκούν και περιμένουνε τα έθνη. Τότε να περιμένεις πως η Ελισάβετ θα πάψει να είναι στείρα, όταν έρθει Αυτός που είναι η ελπίδα της οικουμένης. Επειδή όμως ήρθε πια αυτή η ώρα, δέξου με την προαγγελία του αρχάγγελου Γαβριήλ της καρδιάς σου το ποθούμενο. Σαν άλλος αετός ξαναπάρε το νεανικό σου σφρίγος (Ψαλμ. 102,5). «Γνώρισε, είπε ο άγγελος, τη σύζυγό σου. Γιατί έγινε δεκτή η προσευχή σου και η γυναίκα σου Ελισάβετ, θα σου γεννήσει ένα γιο και θα του δώσεις το όνομα Ιωάννης». Φανέρωσε έτσι ο άγγελος και το όνομα που θα ‘παίρνε το παιδί, όνομα που και από την ίδια την ετυμολογία του φανερώνει ότι το παιδί θα ήταν ουρανόσταλτο. (Το όνομα Ιωάννης στην Εβραϊκή σημαίνει «δώρον Θεού»)
Είπε δε ο Ζαχαρίας στον άγγελο- γιατί μιλάει με τον άγγελο με θάρρος σαν ίσος προς ίσο. «Πώς θα βεβαιωθώ γι’ αυτό, αφού εγώ είμαι γέροντας και η γυναίκα μου προχωρημένη στην ηλικία;» (Λουκ. 1,18). Η απόδειξη που χωρίς ιδιαίτερη σκέψη ζήτησε, για τον τρόπο που θα γινόταν πατέρας, του προσάπτει ως ιερέα το αμάρτημα της απιστίας. Αυτή η ερώτηση όμως δεν προέρχεται από την απιστία, αλλά από την ανάγκη εξακριβώσεως της αλήθειας. Έπαθε έτσι και ο Ζαχαρίας το ίδιο με τον Απόστολο Θωμά. Γιατί δεν ήταν δικαιολογημένο, προφήτης αυτός και γνώστης των θείων πραγμάτων, να αγνοεί ότι ο Θεός μπορεί να ανακαινίσει τη φύση, να ξανανιώσει τα γηρατειά, να βγάλει από το αδιέξοδο τον άνθρωπο, να βρει λύσεις στα προβλήματα, όπως άλλωστε συνέβη με τον Αβραάμ και τη Σάρρα, με τη Σωμανίτιδα και με τόσες και τόσες άλλες ανάλογες περιπτώσεις, που έδειξε τη θαυματουργική Του δύναμη. Αλλ’ όμως επειδή οι χαρούμενες αγγελίες, που μηνύουν την πραγματοποίηση των μεγάλων και ασυνήθιστων προσδοκιών της ψυχής, όταν ακουστούν απροσδόκητα και ξαφνικά φέρνουν συνήθως ταραχή, γι’ αυτό και τώρα ο Ζαχαρίας, επειδή ταράχτηκε, τηρεί επιφυλαχτική στάση. Και αυτό νομίζω ότι το κάνει όχι εξαιτίας της απιστίας του, αλλά γιατί βιάζεται να φτάσει στην αναμφισβήτητη και αδιάσειστη βεβαιότητα. Και αμέσως σαν να κυριεύτηκε από αφόρητη χαρά, φωνάζει προς τον άγγελο και λέει: «Πώς θα βεβαιωθώ γι’ αυτό που μου λες»; Μήπως παραλογίζεσαι; Μη και δεν βγουν αληθινά αυτά που μου αναγγέλλεις; Δος μου επίσημη διαβεβαίωση, δος μου χειροπιαστή απόδειξη, όπως παλιότερα έδωσε ο Θεός στον Αβραάμ το σημείο της περιτομής, βεβαιώνοντας τον έτσι ότι θα γίνει πατέρας πολλών εθνών και ότι θα γεννηθούν απ’ τη γενιά του πολλοί βασιλείς. Και όπως διαβεβαίωσε πριν απ’ αυτόν το Νώε με το σημείο του ουράνιου τόξου, ότι δηλαδή δεν θα καταστρέψει με κατακλυσμό τη γη. Ακόμα όπως έκανε τη ράβδο του Μωυσή νά πάρει μορφή φιδιού και να ξαναγίνει αμέσως πάλι ραβδί, για να πιστέψουν μ’ αυτόν τον τρόπο οι Αιγύπτιοι ότι του φανερώθηκε ο Θεός.
Και αποκρίθηκε ο άγγελος και του είπε: Να το σημείο που ζητάς: Θα χάσεις τη λαλιά σου και δεν θα μπορείς πια να βγάλεις λέξη, γιατί δεν πίστεψες στα λόγια μου – εννοείται βέβαια γιατί δεν πίστεψε απλά και ανεξέταστα – που θα εκπληρωθούν όταν φτάσει ο κατάλληλος καιρός. Πήρε λοιπόν την κατάλληλη για την περίσταση απόδειξη, που ζητούσε ο Ζαχαρίας, δηλαδή τη σιγή της φωνής του, μιας φωνής που κάποτε θα σταματούσε για πάντα μπροστά στη ζωντανή και σαρκωμένη φωνή, τον Πρόδρομο που θα γεννιόταν απ’ αυτόν. Και ενώ έμεινε με κλειστό στόμα συνέχισε να υμνεί, με μυστική πια φωνή το Δωρητή του παιδιού, που έμελλε να γεννηθεί. Όταν βγήκε, λέει ο ιερός ευαγγελιστής, από το ιερό του Ναού, «δεν μπορούσε πια να μιλήσει. Και απ’ αυτό κατάλαβαν οι άλλοι ότι είχε δει κάποιο όραμα στό ιερό, ενώ ο ίδιος προσπαθούσε να εξηγήσει με νοήματα και παρέμενε βουβός» (Λουκ. 1,22). Και έμεινε κωφάλαλος, πρώτα-πρώτα για να μη δέχεται ερωτήσεις, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσε να μην πληροφορήσει τους άλλους για το όραμα. Έπειτα δε επειδή κατά κάποιο τρόπο είχε βγει από τις αισθήσεις του και καθώς έμεινε κατάπληκτος και εμβρόντητος από το δράμα που εξακολουθούσε να το ζει τόσο βαθιά μέσα του, δεν μπορούσε να δώσει προσοχή στα κούφια λόγια των άλλων. Η σιωπή λοιπόν δεν είχε κανένα άλλο νόημα, παρά ήταν μονάχα μια προφητεία, που προδήλωνε ότι θα γινόταν πατέρας προφήτη. Και αυτό ήταν ίσως και σημείο του τέλους της λατρείας του Μωσαϊκού Νόμου, αλλά και σημείο της ανατολής της εποχής της Χάρης, που θα άρχιζε με το γεγονός της γεννήσεως του Ιωάννη.
Προσπερνώντας όμως τα άλλα σημεία που σχετίζονται με το θέμα μας -γιατί δεν είναι ούτε της ημέρας, ούτε της δυνατότητας μας – ας έρθουμε αμέσως σ’ αυτό που μας ενδιαφέρει άμεσα.
Και συνέβη, όπως λέει ο ιερός ευαγγελιστής, το εξής: «Μόλις άκουσε η Ελισάβετ το χαιρετισμό της Μαρίας, σκίρτησε από χαρά μέσ’ την κοιλιά της το βρέφος» (Λουκ. 1,41).
Ω Ιωάννη, μακαριστό βρέφος, ακοίμητο έμβρυο! Ενώ ακόμα βρισκόσουν στην κοιλιά της μητέρας σου, πώς ένιωσες τι γίνεται στον κόσμο; Ενώ ακόμα δεν είχες τελειωθεί πώς παρουσιάζεσαι υπερτέλειος; Πώς έξι μόλις μηνών έμβρυο, εκφράστηκες σαν σοφός γέροντας; Πώς χωρίς ακόμα να μπορείς να διανοηθείς φάνηκες τόσο συνετός; Πώς μίλησες με τόση ευφράδεια, ενώ ακόμα δεν μπορούσες να αρθρώσεις λέξη; Πες μας, πες μας λοιπόν, πώς ενώ βρισκόσουν ακόμη στη σκοτεινή χώρα των μητρικών σπλάχνων, χωρίς να βλέπεις, χωρίς ν’ ακούς, χωρίς να έχεις αρθρώσει ακόμα μια λέξη, χωρίς να έχεις κάνει ακόμα ούτε ένα βήμα, χωρίς να έχεις ακόμα σκάσει το πρώτο χαριτωμένο παιδικό χαμόγελο, πώς βλέπεις τόσο καθαρά όσα δεν μπορούν να δουν οι άνθρωποι; Πώς έχεις μια τόσο σοφή γνώση; Πώς θεολογείς; Πώς σκιρτάς χαρούμενα; Γιατί χαίρεσαι τόσο πολύ; Απάντησε μας, απάντησε μας, πανθαύμαστέ!
Μεγάλο, λέει, το μυστήριο που συντελείται και δεν μπορεί να το συλλάβει νους ανθρώπινος αυτό που διαδραματίζεται. Αν και είμαι απλός άνθρωπος επιτελώ παράδοξα πράγματα, για να φανερώσω Εκείνον που πρόκειται ως Θεάνθρωπος να υπερβεί τους όρους της φύσης. Βλέπω μολονότι είμαι ακόμα έμβρυο, γιατί αισθάνομαι κοντά μου να κυοφορείται ο ήλιος της δικαιοσύνης. Έχω τη δυνατότητα να ακούω επειδή γνωρίζω πολύ καλά τα πάντα και επειδή γεννιέμαι για να είμαι η φωνή του Λόγου του Θεού. Κράζω με όλη μου τη δύναμη, γιατί νιώθω να σαρκώνεται ο Μονογενής Υιός του Πατρός. Σκιρτάω, γιατί αισθάνομαι να παίρνει ανθρώπινη μορφή ο Ποιητής όλης της κτίσης. Χαίρομαι με όλη μου τη ψυχή, γιατί λογίζομαι ότι σαρκώνεται ο Λυτρωτής του κόσμου. Σας αναγγέλλω την ώρα που ο Θεός έρχεται σαν άνθρωπος στον κόσμο. Τρέχω μπροστά, πριν φτάσει Εκείνος ανάμεσα σας, σαν κορυφαίος του δοξολογικού χορού σας και σαν το Δαυίδ λοιπόν σας παραγγέλλω προφητικά: Αρχίστε το τραγούδι, πάρτε καλόηχο τύμπανο, ψαλτήρι και κιθάρα. Τραγουδήστε, ψάλτε γι’ Αυτόν, υμνείστε όλο του το μεγαλείο που βρίσκεται σε όσα θαυμάσια επιτελεί.
Άρα λοιπόν Ιωάννη, σηκώθηκες πάνω απ’ τα επίγεια και αξιώθηκες να αντικρύσεις τα ουράνια; Ξεπέρασες και αυτές τις αγγελικές δυνάμεις που υπήρχαν πριν από τη δημιουργία του ορατού κόσμου; Πώς λοιπόν τιμήθηκες με το αξίωμα των αγγελικών ταγμάτων, ενώ δεν πλάστηκες άγγελος; Και πώς αγέννητος ακόμα, μας εμήνυσες και μας προανάγγειλες με άμεση θεϊκή έμπνευση εκείνο που και για τους αγγέλους ακόμα ήταν άγνωστο και αδίδακτο;
Δεν προσπάθησα ν’ ανέβω σε φανταστικά ύψη. Ούτε περπάτησα πάνω στα σύννεφα, ούτε ξεπέρασα τους ουρανούς, ούτε ανέβηκα πιο ψηλά από τις τάξεις των φλογερών και ασωμάτων αγγέλων. Κανένας ας μη φανταστεί κάτι τέτοιο. Αλλά μάθετε ότι Αυτός που βρίσκεται πάνω απ’ όλα και μένει στους Πατρικούς κόλπους μαζί με το Άγιο Πνεύμα, χωρίς να χωριστεί από τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα διέφυγε την προσοχή – και αυτών ακόμα των πύρινων λειτουργών του – και εισήλθε στη μήτρα της «αειπαρθένου» Μαρίας, σαν σε άλλο ουρανό. Αυτός λοιπόν, μου φανερώθηκε – και με μύησε σ’ αυτά τα θεϊκά μυστήρια. Είμαι λοιπόν κήρυκας του βρέφους. Διαλαλώ ότι «γεννήθηκε παιδί για χάρη μας και μας δόθηκε σαν δώρο Αυτός που είναι ο προαιώνιος Θεός», όπως λέει και ο μεγάλος προφήτης Ησαΐας (Ησ. 9,6). Γεννήθηκα από μήτρα στείρα, γιατί πρόκειται να γεννηθεί παιδί από μάνα παρθένο. Πόσο υπερφυσικά πράγματα, πόσο παράδοξα θαύματα είναι αυτά, που χαρούμενα μας μηνύει σήμερα το αγέννητο ακόμα βρέφος! Πόσο πρωτοφανή μηνύματα θεολογώντας μας προανάγγειλε ο γιος της Ελισάβετ;
Σκίρτησε από χαρά λοιπόν ολόκληρη η οικουμένη, ψάλλε και ύμνησε Εκκλησία, τα προεόρτια πανηγυρίζοντας, πριν από τη Γέννηση του Χριστού, τα γενέθλια του Ιωάννη. Γέμισε από χαρά ολόκληρη η κτίση, καθώς δέχεσαι το μαντατοφόρο της Σαρκώσεως του βασιλιά των πάντων.
Μακαριστέ Ιωάννη, που είσαι μεγαλύτερος ακόμα και από τους πιο ένδοξους προφήτες, ο πιο επιφανής από τους αποστόλους, ο πιο αξιοτίμητος απ’ όλους τους μεγαλομάρτυρες, ο κοσμημένος με θεία κάλλη αρχηγός των ερημιτών, ο αγαπημένος φίλος του πάγκαλου Νυμφίου, το ετοιμασμένο λυχνάρι όπου λάμπει το φως εκείνο, που με λόγια δεν μπορεί να περιγραφεί, ο έμπιστος κήρυκας του άμωμου Αμνού, ο προσεκτικός ακροατής της πατρικής φωνής, ο φημισμένος Βαπτιστής του Χριστού, ο ατρόμητος έλεγχος της αμαρτίας του Ηρώδη, ο προάγγελος της ζωής για όσους βρίσκονταν στον Άδη, η σάλπιγγα που σημαίνει τα θεϊκά προστάγματα στην οικουμένη, μίλησέ μας και τώρα από τον ουρανό, με τις ιερές πρεσβείες σου και τις ευχές του μακαριστού πνευματικού πατέρα μου και δείξε την ευμένειά σου στο λαό και στο μικρό σου ποίμνιο που σε υμνεί, συγχωρώντας ταυτόχρονα το τολμηρό επιχείρημα ενός φτωχού, που στο προσφέρει όχι σαν δώρο, αλλά σαν ταπεινό χρέος και φόρο που οφείλεται από τιποτένιο δούλο, που προσφέρεται όμως με πόθο ψυχής.
Στον Κύριο Ιησού Χριστό πρέπει η δόξα, η τιμή και η προσκύνηση, καθώς και στον Παντοκράτορα Πατέρα και στο Πανάγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Το θεϊκό Λυχνάρι, Ο Τίμιος Πρόδρομος, Εκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ», Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Καρέας 1984, σ. 39-53).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.