Ἡ «διά Χριστόν σαλότης» εἶναι μιά ἰδιαίτερη μορφή χριστιανικῆς ζωῆς, ἕνα εἰδικό χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ διά Χριστόν σαλοί εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι γιά νά κατακτήσουν τήν κορυφή τῆς ἁγιότητος αὐτοταπεινώνονται σέ ὕψιστο βαθμό κάνοντας τόν σαλό δηλ. τόν τρελλό. Δέν θέλουν νά ἔχουν καμμία ὑπόληψι, καμμία τιμή, κανένα ἔπαινο μέσα στόν κόσμο αὐτόν. Θέλουν καί ποθοῦν μάλιστα τήν ἀνυποληψία, τήν περιφρόνηση, τήν κατηγορία, τήν συκοφαντία, πράγματα πού τόσο ἀντιπαθοῦμε ἐμεῖς οἱ ἄλλοι, οἱ τάχα λογικοί καί ἀξιοπρεπεῖς. Ἀρνοῦνται τίς τιμές, τίς ἐπίσημες θέσεις, τίς καλές συστάσεις γιά τόν ἑαυτό τους, τίς δόξες καί τούς ἐπαίνους ἐνῶ ἀπό τήν ἄλλη ἐπιθυμοῦν διακαῶς καί ζητοῦν ἐπιμόνως τήν καταφρόνηση τοῦ κόσμου, τήν κάθοδο στόν ἅδη τῆς ταπεινώσεως βιώνοντας τό ψαλμικό : «ἐγώ εἰμί σκώληξ καί οὐκ ἄνθρωπος, ὄνειδος ἀνθρώπων καί ἐξουδένημα λαοῦ»Ψαλμ. κα’ 7). Ξεχωρίζουν ὄχι τόσο για τίς ὑπεράνθρωπες νηστεῖες καί τούς ἀπεριόριστους κόπους, γιά τίς πολύωρες ἀγρυπνίες καί τά ἀείρροα δάκρυα, γιά τήν ὑπερβολική σκληραγωγία καί ἄσκηση. Ξεχωρίζουν, γιατί σημάδεψαν πάνω στόν κεντρικώτερο στόχο τῆς πνευματικῆς ζωῆς: στήν ταπείνωση.
Γνωρίζουν ὅτι γιά νά ἐπιτύχουν τήν τέλεια ταπείνωση πού εἶναι θεία δωρεά, πρέπει νά ἐξουδενώσουν ὁλοκληρωτικά τό «ἐγώ». Γιαυτό μέ προσποιητές τρέλλες καί ἀλλοπρόσαλλες ἐνέργειες ἐξουδενώνονται στά μάτια ὅλου τοῦ κόσμου. Κρύβονται ἐσκεμμένα, κρύβουν τήν ἀρετή καί ἁγιότητά τους κάτω ἀπό τόν ἐπίπλαστο μανδύα τῆς σαλότητας καί τῆς τρέλλας των. Οἱ ἅγιοι διά Χριστόν σαλοί παίζουν ἕνα ἱερό παιχνίδι. Ἐμπαίζουν τόν κόσμο καί τά τοῦ κόσμου τούτου, τοῦ μάταιου καί φιλόδοξου. Ἐμπαίζουν τά κοσμικά σχήματα, τήν δῆθεν ἀξιοπρέπεια καί κοσμική εὐγένεια, τήν διπλωματία καί τήν ὑποκρισία, τήν πολιτική καί τήν ἐπιτήδευση, τήν ἐπίδειξη καί τόν φαρισαϊσμό. Ἐμπαίζουν αὐτό τό γελοῖο κοσμικό δόγμα ὡρισμένων, πού ἐκφράζεται μέ τό «τί θά πῆ ὁ κόσμος», μέ τό «πῶς θά φανῶ στόν κόσμο». Τελικά ἐμπαίζουν τούς ἴδιους τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι στό πρόσωπο τῶν ἁγίων σαλῶν βρῆκαν τούς ἰσχυρότερους ἀντιπάλους. Πρέπει ὅμως νά τονιστεῖ ὅτι γιά νά ζήσει κάποιος τή ζωή τοῦ σαλοῦ, πρέπει νά ἔχει κληθεῖ ἀπό τό Θεό στή ζωή αὐτή, διαφορετικά δέν ἐμπαίζει τόν κόσμο, ἀλλά ἐμπαίζεται ἀπ’ αὐτόν. Πρέπει νά ἔχει μέσα του ζωντανή τή φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὅπως οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, τούς ὁποίους τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τούς ἐνέπαιζαν, χλεύαζαν καί κορόϊδευαν σάν μεθυσμένους. Πρέπει νά ἔχει ἀπόκτήσει τό θεῖο ἔρωτα πρός τόν νυμφίο τῆς ψυχῆς του Χριστό σέ ὕψιστο βαθμό καί βέβαια νά ἔχει τήν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του πατρός γιά τό συγκεκριμένο τρόπο ζωῆς.
Αὐτά τά εἶχε ὅλα ὁ ἅγιος πού προαναφέραμε, ὁ ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διά Χριστόν σαλός. Τόν εἴχαμε ἀφήσει στό παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Σωροῦ στό ναό τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν. Ἦταν ἡ ὥρα περίπου τετάρτη νυκτερινή (μέ τό βυζαντινό ὡρολόγιο), ὁπότε βλέπει ὁ μακάριος Ἀνδρέας τή Θεοτόκο Μαρία νά προχωρῆ ἀπό τίς βασιλικές πύλες (οἱ κεντρικές πύλες τοῦ κυρίως ναοῦ) πρός τό θυσιαστήριο. Φαινόταν πολύ ὑψηλή καί εἶχε λαμπρή τιμητική συνοδεία λευκοφόρων ἁγίων. Ἀνάμεσά τους ξεχώριζαν ὁ Τίμιος Πρόδρομος καί ὁ Θεολόγος Ἰωάννης, πού παράστεκαν δεξιά καί ἀριστερά τή Θεοτόκο. Ἀπό τούς λευκοφόρους, ἄλλοι προπορεύονταν καί ἄλλοι ἀκολουθοῦσαν ψάλλοντας ὕμνους καί ἅσματα πνευματικά. Ὅταν πλησίασε στόν ἅμβωνα, εἶπε ὁ ὅσιος στόν Ἐπιφάνιο:
-Βλέπεις, παιδί μου,τήν Κυρία καί Δέσποινα τοῦ κόσμοῦ;
-Ναί ,τίμιε πάτερ, ἀποκρίθηκε ὁ νέος.
Ἡ Θεοτόκος ἐν τῷ μεταξύ εἶχε γονατίσει καί προσευχόταν γιά πολλή ὥρα. Παρακαλοῦσε τόν Υἱό Της γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου καί ἔρραινε μέ δάκρυα τό ἅγιο πρόσωπό Της. Μετά τή δέηση μπῆκε στό θυσιαστήριο, ἔβγαλε ἀπό τήν ἄχραντη κεφαλή τό ἀστραφτερό Της μαφόριο (Μαφόριο ἤ ἐσθήτα εἶναι τό ἔνδυμα τῆς Θεοτόκου πού μοιάζει μέ ἐσάρπα, ἀλλά καλύπτει καί τήν κεφαλή, καί εἰκονίζεται στήν ἁγιογραφία πάντοτε μέ βαθύ κόκκινο χρῶμα), μέ μιά κίνηση χαριτωμένη καί σεμνή, καί καθώς ἦταν μεγάλο καί ἐπιβλητικό, τό ἅπλωσε σάν Σκέπη μέ τά πανάγια χέρια της ἐπάνω στό ἐκκλησίασμα. Ἔτσι ἁπλωμένο τό ἔβλεπαν κι οἱ δυό τους γιά πολλή ὥρα νά ἐκπέμπει δόξα θεϊκή σάν ἤλεκτρο. Ὅσο φαινόταν ἐκεῖ ἡ Κυρία Θεοτόκος, φαινόταν καί ἡ ἱερή ἐσθήτα νά σκορπίζει τή χάρι της. Ὅταν ἐκείνη ἄρχισε νά ἀνεβαίνει στόν οὐρανό, ἄρχισε καί ἡ θεία Σκέπη νά συστέλλεται λίγο-λίγο καί νά χάνεται. Τό ἱερό αὐτό μαφόριο πού φυλασσόταν ἐκεῖ συμβόλιζε τή χάρι πού παρέχει ἡ Θεοτόκος στούς πιστούς. Αὐτή τήν ὁπτασία τήν εἶδε καί ὁ Ἐπιφάνιος μέ τή δύναμη καί μεσιτεία τοῦ ὁσίου.
Μέ ἀφορμή αὐτό τό ὅραμα καθιερώθηκε ἠ ἑορτή τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου . Γιορτάζεται κανονικά τήν α’ Ὀκτωβρίου . Ἀλλά τό 1952 μετατέθηκε ὁ ἑορτασμός της στίς 28 Ὀκτωβρίου διότι ἡ νίκη τοῦ στρατοῦ μας στά 1940 ἀποδόθηκε στήν Θεοτόκο. Ἡ φήμη τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα πέρασε καί στή Ρωσία. Ἄλλωστε ὁ ἅγιος ἦταν Σκύθης στήν καταγωγή. Ἐκεῖ γίνεται ὁ εἰσηγητής τῆς ζωῆς τῆς σαλότητας καί «πνευματικός δάσκαλος» τῶν ρώσων «Γιουροντίβι». Ἐπίσης καθιερώνεται καί στή Ρωσία ἡ γιορτή τῆς ἁγ. Σκέπης (Πόκροβ), ἡ ὁποία πῆρε ὄχι μόνο θρησκευτικές ἀλλά καί ἐθνικές διαστάσεις. Τό «Γιουροντστβο» γίνεται ἔνα «κίνημα» πολύ σεβαστό. Κάθε ρωσική πόλη τιμᾶ κι ἕνα «δικό της» σαλό ἅγιο.
Τό ὅραμα τοῦ ἁγίου Άνδρέα εἶναι μιά ἀποκάλυψη. Φανέρωσε τήν χάρη τῆς Θεοτόκου, τίς δακρύρροες προσευχές της, τήν ἀπέραντη ἀγάπη της γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα καί τήν παρρησία της στό Θεό. Εἶναι πράγματι ἡ ἀκαταμάχητη προστασία μας καί ἠ ἀκαταίσχυντη μεσίτρια μας πρός τόν Θεό Πατέρα. Εἶναι ἡ αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως. Συνέβαλλε ἀποφασιστικά στήν ἀνάπλαση τῆς πεσμένης ἀνθρώπινης φύσης· εἶναι Αὐτή πού δάνεισε τήν σάρκα Της στόν Χριστό καί συνήργησε στήν θέωση ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.