Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

Λόγοι περί κατακρίσεως

ΠΗΓΕ κάποτε ένας αδελφός από τη σκήτη σε κάποιο Γεροντα αναχωρητή και του είπε για κάποιον άλλον αδελφό πως είχε πέσει σε μεγάλο σφάλμα.
-Ω, πολύ άσχημα έκανε, είπε στενοχωρημένος ο Γεροντας.
Ύστερα από λίγες ημέρες συνέβη να πεθάνη ο μοναχός που έσφαλε. Άγγελος Κυρίου τότε πήγε στον αναχωρητή, κρατώντας την ψυχή του.
-Αυτός που κατέκρινες, του είπε, πέθανε. Που ορίζεις να τον κατατάξω;
- Ήμαρτον, εφώναξε με δάκρυα ο Γεροντας. Κι’ από τότε παρακαλούσε κάθε μέρα τον Θεο να του συγχωρήση εκείνη την αμαρτία και δεν τόλμησε μέχρι τέλους της ζωής του να κατακρίνη άνθρωπο.

ΕΝΑΣ ΑΓΙΟΣ Γέροντας είδε μια μέρα με τα μάτια του κάποιον αδελφό να πέφτη σε βαρύ αμάρτημα, κι’ όχι μόνο δεν τον κατέκρινε, αλλά έκλαψε και είπε: “Αυτός έπεσε σήμερα κι’ εγώ εξάπαντος αύριο. Κι’ αυτός μεν χωρίς άλλο θα μετανοήση, ενώ εγώ δεν είμαι βέβαιος γι’ αυτό”.
Ο ΑΒΒΑΣ Υπερέχιος δίνει την ακόλουθη συμβουλή στούς εγκρατείς και νηστευτάς:
- Φάγε κρέας και πιές κρασί και μη κατατρώγης με την καταλαλιά τις σάρκες του αδελφού σου.
Και πάλι:
- Καταλαλώντας ο όφις τον Θεό, επέτυχε να βγάλη τούς πρωτοπλάστους από τον Παράδεισο. Το ίδιο κάνει κι’ εκείνος που καταλαλεί τον πλησίον του· βαραίνει την ψυχή του και παρασύρει στο κακό εκείνον που τον ακούει.

Αδελφός ηρώτησε τον Αββάν Ιωσήφ· τι να κάνω,

διότι ούτε να κακοπαθήσω δια την αγάπη του Χριστού ημπορώ, αλλ’ ούτε και να εργασθώ και να δώσω ελεημοσύνην. Εις απάντησιν ο Γερων του λέγει· “Εαν δεν ημπορής να κάνης τίποτε από αυτά τουλάχιστον διατήρησον την συνείδησίν σου καθαράν από λογισμούς κατακρίσεως εναντίον του αδελφού σου και απόφευγε να τον ταπεινώνης. Τοιουτοτρόπως ασφαλώς θα σωθής “.

Ένας από τούς Γεροντας διηγήθη, ότι έζη κάποτε ένας καλόγηρος μέθυσος· όλην την ημέραν έπλεκε την ψάθαν εις το κελλί του και το βράδυ επώλει το εργόχειρόν του εις το χωρίον και όσα εισέπραττε τα έπινε κρασί.Μετά καιρόν ήλθε κοντά του, ως υποτακτικός, ένας αδελφός και παρέμεινε μαζί του· έπλεκε δε και αυτός όλην την ημέραν ψάθαν και την επώλει και αυτήν ο καλόγηρος και όσα εισέπραττε και από τα δύο εργόχειρα τα έπινε κρασί· εις τον υποτακτικό του έφερε μόνον ολίγον άρτον αργά το βράδυ. Επί τρία έτη συνέβαινε αυτό, χωρίς ο υποτακτικός να του αντιμιλήση καθόλου η να διαμαρτυρηθή.
Μιαν ημέραν λέγει μέσα του ο υποτακτικός· είμαι γυμνός και τρώγω το ψωμί μου με μεγάλην στέρησιν· θα σηκωθώ λοιπόν να φύγω απ’ εδώ· αλλά και πάλιν εσκέφθη· που ημπορώ να υπάγω; ας μείνω εδώ, διότι εγώ χάριν του Θεού κοινοβιάζω. Μολις εσκέφθη αυτά εμφανίζεται ενώπιόν του Άγγελος Κυρίου και του λέγει:
- Πουθενά να μη αναχωρήσης, διότι αύριον θα σε επισκεφθώ. Την επομένην λοιπόν, είπεν ο υποτακτικός εις τον Γεροντα·
- Πατερ, σε παρακαλώ, να μη φύγης πουθενά σήμερα, διότι έρχονται τώρα οι ιδικοί μου να με πάρουν.
Όταν όμως ήλθεν η ώρα, που εσυνήθιζεν ο καλόγηρος να φεύγη δια το χωρίον, λέγει εις τον υποτακτικόν·
- Τεκνον, όπως φαίνεται, δεν θα έλθουν σήμερον, διότι άργησαν,
- Ναι, Γεροντα μου, οπωσδήποτε έρχονται· ενώ δε συνωμίλει με τον Αββάν, εκοιμήθει εν Κυρίω.
Μολις είδεν αυτό το πράγμα ο γέρων ήρχισε να κλαίη και να λέγη:
- Αλλοίμονον, τέκνον μου, ότι πολλά χρόνια είναι που ζω εις την αμέλειαν· ενώ συ μέσα εις ολίγον διάστημα έσωσες την ψυχήν σου, δια της υπομονής. Και από τότε εσωφρονίσθη και αυτός και έγινε δόκιμος.

ΕΝΑΣ μοναχός σ’ ένα Κοινόβιο, αμελής στα πνευματικά, έπεσε βαρειά άρρωστος κι’ ήλθε η ώρα του να πεθάνη. Ο Ηγούμενος κι’ όλοι οι αδελφοί τον περικυκλώσανε για να του δώσουν θάρρος στις τελευταίες του στιγμές. Παρατήρησαν όμως έκπληκτοι, πως ο αδελφός αντίκρυζε τον θάνατο με μεγάλη αταραξία και ψυχική γαλήνη.
- Παιδί μου, του είπε τότε ο Ηγούμενος, όλοι εδώ ξεύρομε πως δεν ήσουν και τόσο επιμελής στα καθήκοντά σου. Πως πηγαίνεις με τόσο θάρρος στην άλλη ζωη;
- Είναι αλήθεια, Αββά, ψιθύρισε ο ετοιμοθάνατος, πως δεν ήμουν καλός μοναχός. Ένα πράγμα όμως ετήρησα με ακρίβεια στη ζωη μου: Δεν κατέκρινα ποτέ μου άνθρωπο. Γι’ αυτό σκοπεύω να ειπώ στο Δεσπότη Χριστό, όταν παρουσιαστώ ενώπιόν Του: “Συ, Κυριε, είπες, μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε”, κι’ ελπίζω ότι δε θα με κρίνη αυστηρά.
- Πηγαινε ειρηνικά στο αιώνιο ταξίδι σου, παιδί μου, του είπε με θαυμασμό ο Ηγούμενος. Εσύ κατώρθωσες, χωρίς κόπο να σωθής.

ΚΑΠΟΙΟΣ Γέροντας, που ερωτήθηκε από τούς αδελφούς τι είναι καταλαλιά και τι κατάκρισις, έδωσε την ακόλουθη εξήγηση :
Με την καταλαλιά φανερώνει κανείς τα κρυφά ελαττώματα του αδελφού του. Με την κατάκρισι καταδικάζει τα φανερά. Αν ειπή κανείς λόγου χάρι, πως ο τάδε αδελφός είναι μεν καλοπροαίρετος και αγαθός, αλλά του λείπει η διάκρισι, αυτό είναι καταλαλιά. Αν όμως ειπή ότι ο δείνα είναι πλεονέκτης και φιλάργυρος, τούτο είναι κατάκρισις, γιατί με το λόγο αυτό καταδικάζει τις πράξεις του πλησίον του. Η κατάκρισις είναι χειρότερη από την καταλαλιά.

ΠΗΓΑΝ κάποτε αιρετικοί στον Όσιο Ποιμένα κι’ άρχισαν να λέγουν κατηγορίες εναντίον του Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας. Ο Όσιος τότε σηκώθηκε επάνω, έδωσε εντολή στον υποτακτικό του να τούς ετοιμάση φαγητό και βγήκε έξω από το κελλί, για να μη μολύνη τ’ αυτιά του.

ΕΝΑΣ Γέροντας πνευματικός συμβουλεύει:
Αν συμβή ποτέ να κατακρίνης τον αδελφό σου και σε τύψη γι’ αυτό η συνείδησή σου, πήγαινε ευθύς να τον βρης, εξομολογήσου ότι τον κατέκρινες και ζήτησέ του συγγνώμη. Πρόσεχε στο εξής να μη σε παρασύρη ο διάβολος σ’ αυτό το αμάρτημα, γιατί η καταλαλιά είναι θάνατος της ψυχής.
Αν έλθη κάποιος άλλος σε σένα κι’ αρχίση να κατηγορή και να κατακρίνη ένα τρίτον, πρόσεξε καλά μήπως παρασυρθής και του ειπής: “δίκαιο έχεις, έτσι είναι”. Καλλίτερα να σωπάσης η να του ειπής: “Εγώ, αδελφέ μου, είμαι καταδικασμένος για τις αμαρτίες μου· δεν έχω δικαίωμα να καταδικάζω άλλον”. Μ’ αυτόν τον τρόπο και τον εαυτό σου σώζεις και τον αδελφόν σου.

πηγή: http://hristospanagia1.wordpress.com/




----------------------------------------------------------------------------------

“Για να διατηρήσουμε την Ενότητα μας, θα πρέπει να κάνουμε υπακοή στην Εκκλησία, στους Επισκόπους της. Υπακούοντας στην Εκκλησία, υπακούουμε στον ίδιο τον Χριστό. Ο Χριστός θέλει να γίνουμε μία ποίμνη με ένα ποιμένα. Να πονάμε για την Εκκλησία. Να την αγαπάμε πολύ. Να μη δεχόμαστε να κατακρίνουν τους αντιπροσώπους της. Στο Αγιον Ορος , το πνευμα που έμαθα ήταν Ορθόδοξο, Βαθύ , άγιο, σιωπηλό, δίχως έριδες, δίχως καυγάδες και χωρίς κατακρίσεις. Να μην πιστευουμε τους Ιεροκατηγορους. Και με τα μάτια μας να δούμε κάτι αρνητικό να γίνεται απο κάποιον Ιερωμένο, να μην το πιστευουμε, ούτε να το σκεπτόμαστε, ούτε να το μεταφέρουμε. Το ίδιο ισχύει και για τα λαϊκά μέλη της Εκκλησίας και για κάθε άνθρωπο. Ολοι έιμαστε Εκκλησία. Οσοι κατηγορούν την Εκκλησία , για τα λάθη των εκπροσώπων της, με σκοπό δήθεν να βοηθήσουν για τη διόρθωση, κάνουν μεγάλο λάθος. Αυτοί δεν αγαπούν την Εκκλησία. Ούτε, βέβαια, τον Χριστό. Τότε αγαπάμε την Εκκλησία, όταν με προσευχή αγκαλιάζουμε κάθε μέλος της και κάνουμε ότι κάνει ο Χριστός. Θυσιαζόμαστε, αγρυπνούμε , κάνουμε το παν, όπως Εκείνος, ο οποίος, “λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει”.

[Πηγη Γεροντος Πορφυρίου, "Βιος και λόγοι", Ι.Μ. Χρυσοπηγής, Χανιά 2003]

-----------------------------------------------------------------------------


-Γέροντα, τι θα με βοηθήση να μην κατακρίνω;
- Όλα είναι πάντοτε έτσι όπως τα σκέφτεσαι εσύ;
- Όχι, Γέροντα.
- Ε, τότε να λες: «Δεν σκέφτομαι πάντοτε σωστά πολλές φορές κάνω λάθος. Να, στην τάδε περίπτωση σκέφθηκα έτσι και βγήκε ότι είχα άδικο. Στην τάδε περίπτωση έκρινα και έπεσα έξω, οπότε τον αδίκησα τον άλλον. Επομένως δεν πρέπει να ακούω τον λογισμό μου». Ο καθένας μας λίγο- πολύ έχει περιπτώσεις που έπεσε έξω στην κρίση του. Αν φέρη στον νου του τις περιπτώσεις που έκρινε και έπεσε έξω, τότε θα αποφεύγη την κατάκριση. Αλλά και μια φορά να μην έπεσε έξω και να είχε δίκαιο, πού ξέρει τα ελατήρια του άλλου; Ξέρει πώς έγινε κάτι; Να μη βγάζουμε εύκολα συμπεράσματα.
Κι εγώ, όταν ήμουν νέος ,είχα την κατάκριση ψωμοτύρι. Επειδή ζούσα λίγο προσεκτικά και είχα μια ψευτοευλάβεια, ό,τι μου φαινόταν στραβό ,το έκρινα. Γιατί, όταν στον κόσμο ζη κανείς λίγο πνευματικά, μπορεί να βλέπη πολλά κουσούρια στους άλλους και να μη βλέπη αρετές. Εκείνους που καλλιεργούν την αρετή μπορεί να μη τους βλέπει, γιατί ζουν στην αφάνεια, αλλά να βλέπη τους άλλους που κάνουν αταξίες και να τους κατακρίνη. «Αυτός, λέει, κάνει έτσι, εκείνος περπατεί έτσι, ο άλλος κοιτάζει έτσι …;».
Ξέρετε τί είχα πάθει μια φορά ; Είχαμε πάει με ένα γνωστό μου να λειτουργηθούμε σε ένα μοναστήρι στο Μονοδένδρι, εννιά ώρες περίπου μακριά από την Κόνιτσα. Όταν μπήκαμε στον ναό, ο γνωστός μου στάθηκε στο αναλόγιο, για να ψάλη, και εγώ πήγα στο στασίδι πίσω από τον ψάλτη παρακολουθούσα κι έψελνα σιγανά.
Κάποια στιγμή ήρθε μια γυναίκα με μαύρα, σχετικά νέα, στάθηκε δίπλα μου και συνέχεια με κοιτούσε. Με κοιτούσε, έκανε τον σταυρό της με κοιτούσε, έκανε τον σταυρό της …; Είχα αγανακτήσει. Βρέ, παιδάκι μου, έλεγα μέσα μου, τι σόι άνθρωπος είναι αυτή; Μέσα στον κόσμο, μέσα στην εκκλησία, τί με κοιτάζει έτσι;». Εγώ τις αδελφές μου, όταν περνούσαν στον δρόμο δίπλα μου, δεν τις έβλεπα. Πήγαιναν μετά και έκαναν παράπονα στην μάνα μας: «Με είδε ο Αρσένιος, έλεγαν, και δε μου μίλησε!» . «Καλά, μου έλεγε μετά η μητέρα μου, βλέπεις τις αδελφές σου στον δρόμο και δεν τις μιλάς;». «Εγώ θα κοιτάζω αν αυτή που περνάει δίπλα μου είναι η αδελφή μου; της έλεγα. Ένα σωρό σόι έχουμε. Αυτό θα κάνω;». Θέλω να πω, είχα κάτι τέτοιες ακρότητες. Να περνά τώρα δίπλα σου η ίδια σου η αδελφή και να μην της μιλάς! Τέλος πάντων …; Μόλις λοιπόν τελείωσε η Θεία λειτουργία, πήγε αυτή η μαυροφόρα και παρακάλεσε τον ιερέα να μου πη να πάω στο σπίτι της, γιατί έμοιαζα πολύ με το παιδί της που είχε σκοτωθή στον πόλεμο! Όταν πήγα στο σπίτι της, είδα την φωτογραφία του παιδιού της πραγματικά ,μοιάζαμε σαν αδέλφια! Αυτή η καημένη με κοιτούσε μέσα στην εκκλησία και έκανε τον σταυρό της σαν να έβλεπε το παιδί της. Κι εγώ έλεγα: «Την αθεόφοβη, μέσα στην εκκλησία πώς κοιτάζει!». Ω, μετά ξέρετε πώς με είχε λειώσει αυτό το περιστατικό; «Για δες, είπα, εσύ να κάνης τέτοιους λογισμούς, ότι ποιος ξέρει τι γυναίκα είναι και μεσ’; στην εκκλησία να μην ντρέπεται καθόλου …; και αυτή η φουκαριάρα να έχη χάσει το παιδί της και να έχη τον καημό της!».
Μια άλλη φορά κατέκρινα τον αδελφό μου που ήταν φαντάρος. Μου έστειλε μήνυμα ο σιτιστής: «Έδωσα στον αδελφό σου δύο μπετόνια με λάδι τι έγιναν τα μπετόνια;». «Μα, αυτός εκεί πέρα, είπα, έφερνε στο σπίτι τους στρατιώτες και τους φιλοξενούσαμε, τώρα πώς τόκανε αυτό, να πάρη λάδι από τον στρατό;». Οπότε πιάνω και γράφω στον αδελφό μου αγανακτισμένος ένα γράμμα …; Κι εκείνος μου απαντάει: «Τα μπετόνια να τα ζητήσης από την νεωκόρο της κάτω εκκλησίας»! Αυτός το λάδι το είχε στείλει στην εκκλησία της κάτω Κόνιτσας, γιατί ήταν φτωχή. «Χρόνια πολλά ,είπα τότε στον εαυτό μου. Την άλλη φορά κατέκρινες εκείνη την φουκαριάρα τώρα τον αδελφό σου. Άλλη φορά τίποτε-τίποτε!». Θέλω να πω, όταν είδα ότι έπεφτα έξω στις κρίσεις μου, εξέταζα τον εαυτό μου: «Στην τάδε περίπτωση είχα πει για τον άλλον ότι ενήργησε έτσι, αλλά τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Άλλη φορά άλλο συμπέρασμα είχα βγάλει κι αλλιώς ήταν». Έτσι έβαλα τον εαυτό μου στη θέση του. «Άλλη φορά ,είπα, δεν θα κρίνης καθόλου. Τελεία- παύλα! Είσαι στραβός και όλα στραβά και ανάποδα τα βλέπεις. Κοίταξε να γίνης σωστός άνθρωπος». Και μετά ,όταν μου φαινόταν κάτι στραβό, έλεγα : «Κάτι καλό θα είναι , αλλά εγώ δεν το καταλαβαίνω όσες φορές έβαλα αριστερό λογισμό, έπεσα έξω». Όταν πλέον σιχάθηκα τον εαυτό μου, με την καλή έννοια, όλους τους δικαιολογούσα για τους άλλους έβρισκα πάντα ελαφρυντικά και μόνον τον εαυτό μου κατέκρινα. Αλλά, εάν ο άνθρωπος δεν παρακολουθή τον εαυτό του, όλα τα περνάει απαρατήρητα και μετά στην Κρίση θα είναι αναπολόγητος.
Θέλει παλληκαριά, για να κοπή η κατάκριση.Λοιπόν:
Καλή Αρχή. STOP.
STOP των κριτικών λογισμών. Αμήν.
Καλή εξάγνιση του νου και της καρδιάς. Αμήν.

[Από το βιβλίο: «ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ» ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Ε΄ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ "ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ" ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, 2007]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.